Όταν μετά την καταστροφή της περιουσίας σου, σου καταστρέφουν και την γλώσσα.



πλιάτσικο < (άμεσο δάνειοαλβανική plaçkë (=λάφυρο) < σλαβικής προέλευσης pljatška

η λεηλασία, η αρπαγή πλούτου και αντικειμένων αξίας σε καιρό πολέμου ή σε άλλες έκρυθμες καταστάσεις

 

Όταν μετά την καταστροφή της περιουσίας σου, σου καταστρέφουν και την γλώσσα.


ΠΡΟΣΟΧΗ!

 

Comments

Popular posts from this blog

JEAN-MICHEL TROGNEUX (ψευδώνυμο brigitte macron)

ΣΚΥΘΟΠΟΛΙΣ

Επτά ψέματα σε μία σελίδα.