Η Μάχη της Μεγαλόπολης
(-331)
Στα τέλη Δεκεμβρίου -331 ή
στις αρχές Ιανουαρίου του -330 διεξάγεται η μάχη της Μεγαλόπολης.
Την άνοιξη του -331 ο Μέγας
Αλέξανδρος ξεκινά από την Αίγυπτο προς τη Μεσοποταμία για την τελική αναμέτρηση
με τον Δαρείο. Κατά τη διάρκεια της πορείας του πληροφορείται ότι στην Ελλάδα
έχει ξεσπάσει εξέγερση υπό τον Άγη Γ΄ της Σπάρτης. Ο Αλέξανδρος αποστέλλει από
τη Τύρο ενισχύσεις στον Αντίπατρο, αντιβασιλέα της Μακεδονίας, προκειμένου να
καταπνίξει την εξέγερση. Ωστόσο, ο Αντίπατρος είναι αρχικά απασχολημένος με
εξέγερση στη Θράκη, γεγονός που επιτρέπει στον Άγη να εδραιώσει την κυριαρχία
του σε μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου μέχρι το τέλος του -331
Όταν ο Αλέξανδρος φτάνει
στα Σούσα, περί τα μέσα με τέλη Οκτωβρίου -331, αποστέλλει χρηματικές
ενισχύσεις και στρατεύματα στον Αντίπατρο. Λαμβάνοντας υπόψη τον απαιτούμενο
χρόνο μεταφοράς από τα Σούσα προς τη Μακεδονία, καθώς και τον χρόνο που
χρειάστηκε ο Αντίπατρος για να συνάψει ειρήνη με τους Θράκες και να
συγκεντρώσει τις δυνάμεις του, η μάχη της Μεγαλόπολης μπορεί εύλογα να
τοποθετηθεί στα τέλη Δεκεμβρίου -331 ή στις αρχές Ιανουαρίου του επόμενου
έτους.
Αφού εξασφάλισε την ειρήνη
στη Θράκη, ο Αντίπατρος εκστρατεύει ανενόχλητος προς την Πελοπόννησο επικεφαλής
στρατού περίπου 40.000 ανδρών. Ο Άγης Γ΄, με δύναμη περίπου 22.000 στρατιωτών,
πολιορκούσε τότε τη Μεγαλόπολη, η οποία αρνήθηκε να υποταχθεί λόγω του παλαιού
μίσους της προς τη Σπάρτη. Όταν πληροφορήθηκε τη διέλευση του Αντιπάτρου από
τον Ισθμό της Κορίνθου — γεγονός για το οποίο αποκάλεσε τους Κορίνθιους «κακούς
θυρωρούς της Πελοποννήσου» — υποχώρησε σε ένα κοντινό στενό πέρασμα.
Οι δύο στρατοί παρατάχθηκαν
αντικριστά. Ο Άγης τοποθέτησε στο αριστερό του κέρας τους Έλληνες συμμάχους
του, απέναντι από το δεξί μακεδονικό κέρας των Ελλήνων συμμάχων του Αντιπάτρου.
Στο κέντρο βρίσκονταν οι Έλληνες μισθοφόροι, τους οποίους είχε λάβει από τους
Πέρσες μετά τη μάχη της Ισσού, αντιμέτωποι με τη μακεδονική φάλαγγα. Στο δεξί
κέρας ηγούνταν ο ίδιος των Σπαρτιατών, οι οποίοι αντιμετώπιζαν τους Ιλλυριούς.
Ελαφρά τμήματα είχαν αναπτυχθεί στα πλευρά, ενώ το ιππικό βρισκόταν στα
μετόπισθεν.
Οι Μακεδόνες, πυκνώνοντας
την παράταξή τους, κατόρθωσαν να διασπάσουν τις γραμμές των αντιπάλων, οι
οποίοι άρχισαν να υποχωρούν. Ο Άγης τραυματίστηκε και μεταφέρθηκε στα
μετόπισθεν, από όπου διέταξε το ιππικό να θανατώνει όσους εγκατέλειπαν τη μάχη.
Όταν όμως διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε δυνατότητα διαφυγής, έδωσε εντολή για
γενική υποχώρηση. Ο ίδιος έμεινε πίσω, πολεμώντας μέχρι τέλους, και σκοτώθηκε
από ακόντιο.
Σύμφωνα με τον Διόδωρο, οι
επαναστάτες είχαν περίπου 5.300 νεκρούς, ενώ κατά τον Κούρτιο Ρούφο οι απώλειες
ανήλθαν σε 3.500. Οι μακεδονικές απώλειες ανήλθαν σε περίπου 1.000 άνδρες. Μετά
τη μάχη, η σπαρτιατική εξέγερση κατέρρευσε οριστικά. Ο Μέγας Αλέξανδρος φέρεται
να αποκάλεσε τη σύγκρουση «Μάχη των Ποντικών», υποδηλώνοντας την περιορισμένη,
κατά την άποψή του, σημασία της σε σύγκριση με τις μεγάλες αναμετρήσεις της
Ανατολής.
Comments
Post a Comment